υπερβόρειος

υπερβόρειος
-α, -ο / ὑπερβόρειος, -ον, ΝΜΑ, και ιων. τ. υπερβόρεος, -έη, -ον, Α
νεοελλ.
αυτός που βρίσκεται στα βορειότερα μέρη τής Ευρώπης ή κατάγεται από τα μέρη αυτά («ξανθή υπερβόρεια καλλονή»)
αρχ.
1. (το αρσ. ως κύριο όν.) ὁ Ὑπερβόρειος·προσωνυμία τού Απόλλωνος
2. (το αρσ. πληθ. ως κύριο όν.) oἱ Ὑπερβόρε(ι)οι
μυθ. οι κάτοικοι μιας χώρας παραδείσιας, πέρα από τον Βορρά, όπου είχε την κατοικία του και ο Βορέας, οι οποίοι συνδέθηκαν με τη λατρεία τού Απόλλωνος στους Δελφούς και στη Δήλο
3. φρ. «υπερβόρειος ωκεανός» — οι θάλασσες στα βόρεια τής Ευρώπης, πέρα από την Γερμανία και την Σουηδία, στις ακτές τών οποίων κατοικούσαν οι Υπερβόρειοι.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Οι περισσότεροι μελετητές θεωρούν το όν. τού μυθικού αυτού λαού ως σύνθ. από την πρόθεση ὑπέρ και τη λ. Βορέας και τού αποδίδουν τη σημ. «αυτοί που κατοικούν πέρα από τον βόρειο άνεμο», ενώ άλλοι ερμηνεύουν τη λ. «αυτοί που κατοικούν πέρα από τα βουνά» (για την πιθανή αναγωγή τής λ. Βορέας σε μια λ. με σημ. «βουνό» βλ. λ. βορράς). Έχει διατυπωθεί, τέλος, και η άποψη ότι ο τ. Ὑπερβόρεοι είναι τ. τής μακεδονικής διαλέκτου, ο οποίος συνδέεται (με τροπή τού -φ- σε -β-) με την ονομ. Περφερέες αυτών που συνόδευαν τις παρθένες τών Υπερβορείων, οι οποίες στέλνονταν στη Δήλο].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • υπερβόρειος — α, ο 1. αυτός που είναι ή κατοικεί κοντά στο βόρειο πόλο, ο βορειότατος. 2. το αρσ. ως επίθ. του θεού Απόλλωνα, Υπερβόρειος. 3. ο πληθ. αρσ. ως ουσ., Yπερβόρειοι (μυθ.), λαός που κατοικούσε στα βορειότατα άκρα της γης, όπου ζούσε ο Απόλλωνας από… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Abaris the Hyperborean — Abaris redirects here. For the Baroque opera see Les Boréades Abaris the Hyperborean (Greek: gr. Ἄβαρις Ὑπερβόρειος, Abaris Hyperboreios ), son of Seuthes, was a legendary sage, healer, and priest of Apollo known to the Ancient Greeks. He was… …   Wikipedia

  • Абарис — (Абарид, др. греч. Ἄβαρις Ὑπερβόρειος)  в древнегреческой мифологии житель Гипербореи, прорицатель и жрец Аполлона. Обходился без пищи и летал на волшебной стреле, подаренной ему Аполлоном. Пифагорейцы называли Абариса «Воздухошествующим».… …   Википедия

  • Περφεραίος — ὁ, Α (ως προσωνυμία τού Ερμού) Υπερβόρειος …   Dictionary of Greek

  • Υπερβορίς — ίδος, ἡ, Α κόρη από το έθνος τών Ὑπερβορείων*. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερβόρειος + κατάλ. ίς, ίδος (πρβλ. Θεσσαλ ίς)] …   Dictionary of Greek

  • Αμάδοκος — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Υπερβόρειος ήρωας, που συνέβαλε το 278 π.Χ. στην απαλλαγή του Μαντείου των Δελφών από τον κίνδυνο κατάληψής του από τους Γαλάτες. 2. Α. Α’. Βασιλιάς της θρακικής φυλής των Οδρησσών ή Οδρυσών (αρχές 4ου αι. π.Χ.).… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Θρησκεία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ Το περιεχόμενο της θρησκείας που επικράτησε στον ελλαδικό χώρο κατά την Παλαιολιθική εποχή δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί επακριβώς. Τα λιγοστά και δυσεξιχνίαστης σημασίας ευρήματα δεν βοηθούν προς την κατεύθυνση αυτή …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”